«Πήρε τη ζωή της στα χέρια της» στο Θέατρον του Ελληνικού Κόσμου

 

Πρωτογνώρισα το θέατρο του Βασίλη Κατσικονούρη το 2004 με το «Καλιφόρνια Ντρίμιν» στην Πειραματική τότε σκηνή του Εθνικού θεάτρου.  Δροσερό έργο, με έξυπνους διαλόγους, ωραίο στήσιμο απ’ τον Τάκη Τζαμαργιά και σαφείς αναφορές στη νεολαία του ’80 την οποία ο συγγραφέας γνώριζε καλά από πρώτο χέρι. Την ίδια χρονιά, το θέατρο «Στοά» ανέβασε το  προγενέστερο «Εντελώς αναξιοπρεπές», έργο με το οποίο ο συγγραφέας είχε βραβευτεί το 2001 απ’ το ‘Ίδρυμα Ωνάση. Το θέμα του αρκετά ενδιαφέρον:  σε μια ψυχιατρική κλινική ένα πρωτότυπο πείραμα εφαρμόζεται σε μια ομάδα επιζησάντων από αεροπορικό δυστύχημα που πάσχουν από καθολική αμνησία. Αν θυμάμαι καλά, εκείνη η παράσταση δεν γνώρισε μεγάλη επιτυχία- ίσως  ένας νέος συγγραφέας με διπλή παρουσία την ίδια σεζόν να ήταν υπερβολή. Όπως και να’ χει, το όνομα του Κατσικονούρη άρχισε ν’ ακούγεται όλο και περισσότερο μέχρι που απογειώθηκε με «Το Γάλα» το 2006 (Εθνικό θέατρο, Νέα Σκηνή – θέατρο Χώρα). Νωρίτερα, την ίδια χρονιά ο συγγραφέας τιμήθηκε με το Γ’ Κρατικό Βραβείο θεατρικού έργου για τη «Φανέλα».

Η τεράστια επιτυχία που έφερε «Το Γάλα» σε συνδυασμό με τις βραβεύσεις δημιούργησαν την προσδοκία για μια νέα θεατρική πένα που τόσο ανάγκη είχε η εποχή. «Το Γάλα» σκηνοθετήθηκε έξοχα απ’ τον Νίκο Μαστοράκη και οφείλει εν πολλοίς τη μεγάλη επιτυχία του στην έξοχη διανομή (Παπαδημητρίου, Παπαχρόνης κά). Η προσωπική μου γνώμη δεν ευνοεί τόσο τον συγγραφέα, αφού θεώρησα ότι υπερέβαλε σε μελοδραματισμούς που εύκολα συγκινούν το μεγάλο κοινό. Παρόλα αυτά, τα πλήθη συνέρρεαν και σήμερα έξι χρόνια μετά, «Το Γάλα» εξακολουθεί να παίζεται σε άλλη σκηνοθεσία και διανομή κι έχει μάλιστα μεταφερθεί και στη μεγάλη οθόνη.

Πέρυσι και πρόπερσι, το θεατρικό κοινό γνώρισε ένα ακόμη έργο του Κατσικονούρη, μονόλογο αυτή τη φορά: «Το μπουφάν της Χάρλεϊ ή πάλι καλά». Έλεγα τότε ότι ευτυχώς στη γραφή του δεν βρίσκει κανείς τηλεοπτικούς κώδικες.  Δυστυχώς, η συνέχεια ήρθε να με διαψεύσει…

Ο Κατσικονούρης δεν είναι τελικά το νέο στοιχείο που τόσο ανάγκη έχει το ελληνικό θέατρο κι αυτό γιατί είτε θεματολογικά δεν ξεφεύγει από κάποια κλισέ στα οποία αρέσκεται  η ελληνική παραγωγή της μεταπολίτευσης,  είτε  δεν καταφέρνει να ξεκλειδώσει καλά τα έργα εκείνα στα οποία πραγματικά έχει κάτι να πει ∙ κάτι που θα μπορούσε να περάσει και τα σύνορα της εγχώριας κατανάλωσης. Αυτή είναι και η περίπτωση του νέου του έργου: «Πήρε τη ζωή της στα χέρια της» που έκανε πρεμιέρα την περασμένη βδομάδα στο ‘Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού.

Μια μοναχική γυναίκα ερωτεύεται τον ψυχαναλυτή της  και άθελα της  ο ανεκπλήρωτος πόθος της γίνεται το αντικείμενο ενός θεατρικού έργου για έναν συγγραφέα που αναζητά έμπνευση.  Η διαφημίστρια ξαδέρφη της, ο ίδιος ο ψυχαναλυτής κι ο συγγραφέας θα εκμεταλλευτούν τη δική της ιστορία για να χτίσουν πάνω της τις απαντήσεις στα δικά τους  ερωτήματα, δίχως να υπολογίζουν πόσο αυτές τους οι ενέργειες θα πληγώσουν τελικά ανεπανόρθωτα την ψυχή αυτής της αθώας κι ανυστερόβουλης γυναίκας.

Οι υπαρξιακές ανησυχίες της ηρωίδας έρχονται να μπερδευτούν με τα επιστημονικά ερωτήματα του ψυχαναλυτή και την κακή σχέση ανάμεσα στο ζευγάρι διαφημίστριας και θεατρικού συγγραφέα με αποτέλεσμα το κέντρο βάρους του έργου να μετατοπίζεται διαρκώς και να μην μπορεί να καταστεί απόλυτα σαφές το σημείο εστίασης του συγγραφέα.

Η παράσταση που είχε ζωηρό ρυθμό, κέφι και ζωντάνια τόσο απ’ τον σκηνοθέτη, όσο κι απ’ τους ηθοποιούς, δεν απέφυγε δυστυχώς τα τηλεοπτικά κλισέ στα οποία το ελληνικό κοινό είναι εθισμένο τα τελευταία χρόνια.  Η γραφή του Κατσικονούρη παρασύρθηκε σε ευκολίες, εντυπωσιασμούς και «χαριτωμενιές» που βγάζουν γέλιο και είναι ανεκτές μόνο σε επίπεδο σήριαλ ή σε κάποια συγκεκριμένα πολύ εμπορικά θέατρα της πόλης.  Δεν ξέρω ποια ανάγκη έσπρωξε τον Κατσικονούρη ν’ αλλάξει ύφος τόσο απόλυτα. Η ανάγκη να προσεγγίσει ένα άλλο κοινό ίσως;

Για να εξηγούμαι: δεν θεωρώ τον Κατσικονούρη κακό συγγραφέα. Διαβλέπω ερωτήματα κι ανησυχίες μέσα στα έργα του που δεν ολοκληρώνονται πάντα όπως θα περίμενα. Ούτε βρίσκω πως είναι κακό ένας συγγραφέας να πειραματίζεται και σε άλλα δραματικά είδη. Δεν μπορώ  όμως να καταλάβω γιατί δεν του γεννήθηκε κι η ανάγκη να εμπνευστεί κι απ’ τη θλιβερή πραγματικότητα που τόσο απλόχερα μας παρέχει πια η επικαιρότητα. Ελπίζω , το μέλλον να με διαψεύσει…

Η παράσταση με κούρασε τόσο από πλευράς διάρκειας (τη βρήκα φλύαρη), όσο και σε επίπεδο υποκριτικής. Θα εξαιρέσω την  Υρώ Μανέ που και πιο αβανταδόρικο ρόλο είχε, αλλά και περισσότερες δυνατότητες υποκριτικής μας χάρισε.  Η μουσική του Κραουνάκη ήταν μια ευχάριστη νότα μαζί με το καλόγουστο σκηνικό και τα κοστούμια της Έλενας Χριστούλη

ΘΕΑΤΡΟΝ (Αίθουσα Ιφιγένεια Β)- Κέντρο Πολιτισμού του ΙΜΕ Ελληνικός Κόσμος.

«Πήρε τη ζωή της στα χέρια της» του Βασίλη Κατσικονούρη

Σκηνοθεσία: Γιώργος Παλούμπης

Σκηνικά-Κοστούμια: Έλενα Χριστούλη

Μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης

Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα

Βοηθός σκηνοθέτη: Νίκος Μήτσας

Φωτογραφία:  George Alexandrakis

Artwork: Amarildo Topalis

Παίζουν: Υρώ Μανέ, Μαρία Σολωμού, Νίκος Αρβανίτης, Δημήτρης Αλεξανδρής.

0 Σχόλια to “«Πήρε τη ζωή της στα χέρια της» στο Θέατρον του Ελληνικού Κόσμου”



  1. Σχολιάστε

Σχολιάστε




Αρχείο